top of page
φόβητρο
φόβητρο το [fóvitro]: οτιδήποτε προκαλεί ή χρησιμοποιείται για να προκαλέσει φόβο: Οι φυλακές και τα βασανιστήρια χρησιμοποιήθηκαν ως / αποτέλεσαν το ~ κατά των αντιπάλων του καθεστώτος.
[λόγ. < αρχ. φόβητρον]
<
bottom of page
φόβητρο το [fóvitro]: οτιδήποτε προκαλεί ή χρησιμοποιείται για να προκαλέσει φόβο: Οι φυλακές και τα βασανιστήρια χρησιμοποιήθηκαν ως / αποτέλεσαν το ~ κατά των αντιπάλων του καθεστώτος.
[λόγ. < αρχ. φόβητρον]
<